Το λούνα-παρκ.

Δεν σε παραπλανώ, αυτό απο την αρχή ζήτησες, να σου λέω ιστορίες, άλλοτε μικρες  άλλοτε μεγάλες. Ζήτησες να πάρω τις μάσκες του θεάτρου και να γυρνάω γύρω απο το γαιτανάκι για να σου λέω ιστορίες που θα σε κάνουν να γελάς, ή να αισθάνεσαι πλήρης, ή να σε θυμώνουν. Κάτσε λοιπόν, σήμερα δεν θα βάλω μάσκα, ούτε εκείνη που χαμογελά, ούτε εκείνη που λυπάται, θα σου πω μια ιστορία ακόμα όμως αυτή τη φορά δεν θα ξέρω ούτε εγώ το τέλος.   
                                                                        * * * 
ήταν βράδυ μάλλον φθινόπωρο, είχε ένα ελαφρύ αεράκι αλλά ακόμα κυκλοφορούσαμε με τα κοντομάνηκα. Το φεγγάρι κοίταζε απο ψηλά, και τα λιγοστά φώτα στους δρόμους έρχονταν σε τεράστια αντίθεση με τα φώτα απο το Λούνα-παρκ που είχαν στήσει το απόγευμα της προηγούμενης μέρας. Η τεράστια ρόδα φαινόταν τρομακτική ήδη απο απόσταση, φαντάσου πως μου φαινόταν όταν πήγα ακριβώς απο κάτω της. Με έπιανε ίλιγγος και που την κοιτούσα, σκέψου. Με ρώτησε ο κύριος που έκοβε εισητήρια αν θα ανέβω αλλά εγώ απλά έγνεψα αρνητικά. Έκανα μια βόλτα γύρω- γύρω κι μου έκανε εντύπωση μια σειρά απο άτομα, που θα έμπαιναν μέσα σε ένα λαβύρινθο, δεν ξέρω ακόμα και τώρα πως μπλέχτηκα μέσα στο κόσμο και πήγα και εγώ εκεί. αν σκεφτείς την ταραχή που πήρα όταν πλέον σταμάτησα να ακούω φωνές του κόσμου ή τον ήχο του περπατήματος. Η μια στροφή έφερνε την άλλη και μετά την επιλογή και μετά πάλι πίσω γιατί βγήκες σε αδιέξοδο. Ένιωθα στο πανικό μου ότι ήμουν μόνη, και ότι άλλοτε ψήλωνα και άλλοτε γινόμουν κοντή και τα μαλλιά μου να ισιώνουν σαν να μου τα τραβάνε, και άρχισα να τρέχω μόνο και μόνο για να ξεφύγω, σε λαβύρινθο έπεσα ή στην τρύπα του λευκού κούνελου και ήμουν εγώ άλλη μια αλίκη σε μια άλλη χώρα των θαυμάτων. Η ανάσα μου ίσως γίνοταν πιο γρήγορη, και σαν να κρύωνα γιατί τα χέρια μου με αγκάλιαζαν και ήθελα να βγω γρήγορα έξω αλλά κουράστηκα και εκεί μαύρισαν όλα δεν θυμάμαι κάτι άλλο απο το λαβύρινθο. Θυμάμαι απλά ότι είχα βγει στην άλλη μεριά, κι κρατούσα στο ένα χέρι μου γροθιά κάτι που μάλλον δεν είχα πάνω μου πιο πριν. Ένα χαρτί ίσως ήταν, ήλπιζα να ήταν ένα χαρτί.  Δεν μπορούσα να διαβάσω τι έγραφε παρά μόνο όταν ξαναμπήκα πάλι στην αρχή του λούνα-παρκ και τα φώτα χτύπησαν πάλι πάνω στο χαρτί. 
"Τι λες το καρουζέλ δεν σταμάτησε να γυρνά! ακόμα σε περιμένει, θα έρθεις ή φοβάσαι την ταχύτητα όπως στη ρόδα; " 
Πήγα προς το καρουζελ. Πάντα μου άρεσε να τα κοιτάω, και μου άρεσαν και τα διακοσμητικά έχω παρά πολλά στο σπίτι. δεν ξέρω γιατί μου αρέσουν τόσο πόλυ, ίσως γιατί δεν σταματούν ποτέ, εκτός αν τα σταματήσεις, σε αντίθεση με όλα τα άλλα στη ζωή που μπορούν να σταματήσουν για τον πιο ασήμαντο λόγο.. 
Ανέβηκα σαν να ήμουν μικρό κορίτσι και απλά δέχτηκα τη στροφή κοιτούσα γύρω μου καθώς η ταχύτητα μεγάλωνε και ένιωθα ότι επιτέλους ξεκολλούσαν τα πόδια μου απο το πάτωμα, επιτέλους δεν σκεφτόμουν τίποτα, ούτε καν το γεγονός ότι μετά απο λίγο θα σταματούσε η βόλτα και θα έπαιρνα το δρόμο για το σπίτι. 
και όντως έτσι έγινε πήρα το δρόμο για το σπίτι. Χαμογέλαγα στο δρόμο και ήξερα ότι κανείς δεν καταλάβαινε για ποιό λόγο εγώ ήμουν με το χαμόγελο στα χείλη, δεν με πείραζε αυτό. Δεν με ενοχλούσε αυτό. Εγώ ήξερα τι είχε γίνει...
Το καρουζέλ δεν σταματάει ποτέ να γυρνάει.. 


και ο λαβύρινθος που τόσο με τρόμαζε ίσως να μην ήταν επειδή δεν έβλεπα ή επειδή ήμουν μόνη μου , ίσως ήταν γιατί τα διλήμματα δεν έπαψαν να με απασχολούν και τα "αν" έγιναν τα φίλτρα εκείνα που άλλοτε με μεγάλωναν και άλλοτε με έκαναν μικρή. 
όσο για τη ρόδα, στην οποία δεν ανέβηκα εκείνη τη φορά, τι να πω μπορεί να αλλάξει,  αλλώστε και οι φάσεις στη ζωή μας, ρόδα είναι άλλοτε είσαι ή νιώθεις καλά και άλλοτε άσχημα, το μόνο σίγουρο είναι όμως ότι δεν μένεις ποτέ μα ποτέ κάπου στη μέση. 

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις