ένα απόγευμα με μια ιστορία..



είναι αργά πλέον για λόγια, είναι αργά, μου λες πως θα χάσεις το λεωφορείο, είναι αργά, σου λέω πως έχω δουλειά. Ακούς λίγο πριν φύγεις μια ιστορία παλιά, μου ζητάς να σου πω μια ιστορία για το δρόμο, να όπως είμαστε να σου πω μια ιστορία, για ένα καφέ και ένα τσιγάρο, πόσο να διαρκεί αναρωτιέσαι. Λες πως προλαβαίνεις. Χαμογελάς σαν μικρό παιδί που του δίνουν καραμέλα, σου λέω πως θα κοκκινίσω και ξεκινάω να πω την ιστορία. Από το παράθυρο μπαίνει λευκό φως και απόλυτη ησυχία. κάθεσαι απέναντί μου και ξεροβήχεις λέγοντας μου με την βαριά σου φωνή πως ο χρόνος περνά και μένει να κάνει τικ τακ και να κουνάς το δάχτυλο σου σαν δείκτης ρολογιού. 
 
έσπαγα το μυαλό μου για να βρω κάτι να σου πω, για να βρω ένα αισιόδοξο ή απαισιόδοξο μήνυμα να σου στείλω. δεν μπορούσα να βρω κάτι. Σε κοίταξα είδα την αμφιβολία στα μάτια σου σχηματισμένη με παράπονα για σύννεφα, δεν βρήκα κάτι σε κοιτάω και στο λέω. Μου ακουμπάς το χέρι, δεν πειράζει θα στο χρωστάω μου λες. και ύστερα γύρισες να κοιτάξεις μπροστά. Το πρόσωπο σου λουζόταν απο φως και φαινόταν ότι το απολάμβανες όπως η γάτα στο χαλί στην μεσημεριανή σιέστα της. Θυμάμαι πήρα μια βαθιά ανάσα... 
   Είναι ώρα να φύγεις, μου χαμογελάς από την άλλη μεριά του δωματίου, παίρνεις το σάκο και τον ανεβάζεις στην πλάτη. Επιλέγεις να μην μου πεις τίποτα, μεγάλο πλεονέκτημα να ξέρεις πότε να σιωπήσεις μακάρι να το μάθαινα και εγώ. 
  " ήταν μια φορά και ένα καιρό, ένα αγόρι και ένα κορίτσι και κάθισαν δίπλα δίπλα και άκουγαν την σιωπή και απολάμβαναν τον ήλιο. Γέλαγαν παρέα, ήταν μια κινητήρια δύναμη, ζούσαν στο δικό τους κόσμο ευτυχισμένοι ο ένας με τον άλλο. Την θέση του ήλιου την πήρε η συννεφιά και τότε το αγόρι έφυγε , χωρίς να πει κουβέντα απλά χαμογελώντας από την άλλη μεριά του δωματίου. Η κοπέλα δεν του ζήτησε να μείνει, δεν θα το έκανε, δεν έφευγε επειδή ήθελε. Κοίταξε το αγόρι και είπε: αυτή η επιμονή σου, μόνο θα με σώσει. θα τα πούμε ξανά σύντομα. Του έκλεισε το μάτι και το αγόρι άνοιξε την πόρτα και έφυγε έτσι απλά. " 
  Η πόρτα έκλεισε πίσω απο το αγόρι και εγώ βγήκα έξω και μου έπαιρνε ο αέρας τα μαλλιά. Με κοίταξε του χαμογέλασα και έκατσα να χαζεύω τα δέντρα που έπαιζαν με τον άνεμο. Μπήκε το φθινόπωρο τίποτα περισσότερο τίποτα λιγότερο...
 

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις