ο μικρος πριγκιπας κι το μονογραμμα



(1: Μικρος πριγκιπας)
Ο Μικρός Πρίγκιπας πήγε να ξαναδεί τα τριαντάφυλλα. "Δεν μοιάζετε διόλου στο τριαντάφυλλό μου. Γιατί μέχρι σήμερα δεν σημαίνετε τίποτα. Κανένας δεν σας έχει εξημερώσει και έχετε εξημερώσει κανένα. Είστε όπως ήταν κάποτε η Αλεπού μου. Ήταν μόνο μια αλεπού ανάμεσα σε εκατό χιλιάδες άλλες αλεπούδες. Αλλά τώρα την έκανα φίλη μου και έτσι είναι μοναδική σε όλο τον κόσμο."
Και τα τριαντάφυλλα ντράπηκαν πάρα πολύ. Και συνέχισε:
"Είστε όμορφα αλλά είστε κενά. Κανένας δεν θα μπορούσε να πεθάνει για σας. Είναι σίγουρο ότι ένας οποιοσδήποτε περαστικός θα πίστευε ότι το τριαντάφυλλό μου - το δικό μου τριαντάφυλλο - είναι ακριβώς όμοιο με εσάς. Μα το τριαντάφυλλό μου, μόνο του, είναι πολύ πιο σημαντικό από όλα σας μαζί. Γιατί είναι αυτό που εγώ πότισα. Γιατί είναι αυτό εγώ προστάτεψα με τη γυάλινη σφαίρα. Γιατί είναι αυτό που προφύλαξα με το παραβάν. Γιατί είναι αυτό που το καθάρισα από τις κάμπιες (εκτός από δύο ή τρεις που αφήσαμε για να γίνουν πεταλούδες). Γιατί είναι αυτό που άκουγα να γκρινιάξει, να καυχιέται, ή μερικές φορές να σωπαίνει. Γιατί είναι το δικό μου τριαντάφυλλο.
Και γύρισε πίσω για να συναντήσει την αλεπού.
"Αντίο," της είπε.
"Αντίο," είπε την αλεπού. "Και τώρα να το μυστικό μου, είναι ένα πολύ απλό μυστικό: Μόνο με την καρδιά βλέπεις σωστά, τα σημαντικά δεν τα βλέπουν τα μάτια."Τα σημαντικά δεν τα βλέπουν τα μάτια" επανέλαβε ο Μικρός Πρίγκιπας για να είναι βέβαιος ότι θα το θυμάται.
"Ο καιρός πού έχασες για το τριαντάφυλλό σου είναι που το κάνει να έχει σημασία"
"Ο καιρός πού έχασα για το τριαντάφυλλό μου" επανέλαβε ο Μικρός Πρίγκιπας για να είναι βέβαιος ότι θα το θυμάται.
"Οι άνθρωποι έχουν ξεχάσει αυτήν την αλήθεια" είπε η Αλεπού. "Αλλά εσύ δεν πρέπει να την ξεχνάς. Είσαι για πάντα υπεύθυνος για αυτό που εξημέρωσες. Είσαι υπεύθυνος για το τριαντάφυλλό σου..."
"Είμαι υπεύθυνος για το τριαντάφυλλό σου" επανέλαβε ο Μικρός Πρίγκιπας για να είναι βέβαιος ότι θα το θυμάται.



(2 : Μονογραμμα )

ΙΙΙ.

Έτσι μιλώ γιά σένα καί γιά μένα

Επειδή σ’αγαπώ καί στήν αγάπη ξέρω
Νά μπαίνω σάν Πανσέληνος
Από παντού,γιά τό μικρό τό πόδι σού μές στ’αχανή σεντόνια
Νά μαδάω γιασεμιά --κι έχω τή δύναμη
Αποκοιμισμένη,νά φυσώ νά σέ πηγαίνω
Μές από φεγγαρά περάσματα καί κρυφές τής θάλασσας στοές
Υπνωτισμένα δέντρα μέ αράχνες πού ασημίζουμε

Ακουστά σ’έχουν τά κύματα
Πώς χαιδεύεις,πώς φιλάς
Πώς λές ψιθυριστά τό "τί" καί τό "έ"
Τριγύρω στό λαιμό στόν όρμο
Πάντα εμείς τό φώς κι η σκιά

Πάντα εσύ τ’αστεράκι καί πάντα εγώ τό σκοτεινό πλεούμενο
Πάντα εσύ τό λιμάνι κι εγώ τό φανάρι τό δεξιά
Τό βρεγμένο μουράγιο καί η λάμψη επάνω στά κουπιά
Ψηλά στό σπίτι μέ τίς κληματίδες
Τά δετά τριαντάφυλλα,καί τό νερό πού κρυώνει
Πάντα εσύ τό πέτρινο άγαλμα καί πάντα εγώ η σκιά πού μεγαλώνει
Τό γερτό παντζούρι εσύ,ο αέρας πού τό ανοίγει εγώ
Επειδή σ’αγαπώ καί σ’αγαπώ
Πάντα εσύ τό νόμισμα καί εγώ η λατρεία πού τό εξαργυρώνει:

Τόσο η νύχτα,τόσο η βοή στόν άνεμο
Τόσο η στάλα στόν αέρα,τόσο η σιγαλιά
Τριγύρω η θάλασσα η δεσποτική
Καμάρα τ’ουρανού με τ’άστρα
Τόσο η ελάχιστη σου αναπνοή

Πού πιά δέν έχω τίποτε άλλο
Μές στούς τέσσερις τοίχους,τό ταβάνι,τό πάτωμα
Νά φωνάζω από σένα καί νά μέ χτυπά η φωνή μου
Νά μυρίζω από σένα καί ν’αγριεύουν οί άνθρωποι
Επειδή τό αδοκίμαστο καί τό απ’αλλού φερμένο
Δέν τ’αντέχουν οί άνθρωποι κι είναι νωρίς,μ’ακούς
Είναι νωρίς ακόμη μές στόν κόσμο αυτόν αγάπη μου

Να μιλώ γιά σένα καί γιά μένα.
ΙV.

Είναι νωρίς ακόμη μές στόν κόσμο αυτόν,μ’ακούς
Δέν έχουν εξημερωθεί τά τέρατα, μ’ακούς
Τό χαμένο μου τό αίμα καί τό μυτερό,μ’ακούς
Μαχαίρι
Σάν κριάρι πού τρέχει μές στούς ουρανούς
Καί τών άστρων τούς κλώνους τσακίζει,μ’ακούς
Είμ’εγώ,μ’ακούς
Σ’αγαπώ,μ’ακούς
Σέ κρατώ καί σέ πάω καί σού φορώ
Τό λευκό νυφικό τής Οφηλίας,μ’ακούς
Πού μ’αφήνεις,πού πάς καί ποιός,μ’ακούς

Σού κρατεί τό χέρι πάνω απ’τούς κατακλυσμούς

Οί πελώριες λιάνες καί τών ηφαιστείων οί λάβες
Θά’ρθει μέρα,μ’ακούς
Νά μάς θάψουν , κι οί χιλιάδες ύστερα χρόνοι
Λαμπερά θά μάς κάνουν περώματα,μ’ακούς
Νά γυαλίσει επάνω τούς η απονιά,μ’ακούς
Τών ανθρώπων
Καί χιλιάδες κομμάτια νά μάς ρίξει

Στά νερά ένα ένα , μ’ακούς
Τά πικρά μου βότσαλα μετρώ,μ’ακούς
Κι είναι ο χρόνος μιά μεγάλη εκκλησία,μ’ακούς
Όπου κάποτε οί φιγούρες
Τών Αγίων
Βγάζουν δάκρυ αληθινό,μ’ακούς
Οί καμπάνες ανοίγουν αψηλά,μ’ακούς
Ένα πέρασμα βαθύ νά περάσω
Περιμένουν οί άγγελοι μέ κεριά καί νεκρώσιμους ψαλμούς
Πουθενά δέν πάω ,μ’ακους
Ή κανείς ή κι οί δύο μαζί,μ’ακούς

Τό λουλούδι αυτό τής καταιγίδας καί μ’ακούς
Τής αγάπης
Μιά γιά πάντα τό κόψαμε
Καί δέν γίνεται ν’ανθίσει αλλιώς,μ’ακούς
Σ’άλλη γή,σ’άλλο αστέρι,μ’ακούς
Δέν υπάρχει τό χώμα , δέν υπάρχει ο αέρας
Πού αγγίξαμε,ο ίδιος,μ’ακούς

Καί κανείς κηπουρός δέν ευτύχησε σ’άλλους καιρούς

Από τόσον χειμώνα κι από τόσους βοριάδες,μ’ακούς
Νά τινάξει λουλούδι,μόνο εμείς,μ’ακούς
Μές στή μέση τής θάλασσας
Από τό μόνο θέλημα τής αγάπης,μ’ακούς
Ανεβάσαμε ολόκληρο νησί,μ’ακούς
Μέ σπηλιές καί μέ κάβους κι ανθισμένους γκρεμούς
Άκου,άκου
Ποιός μιλεί στά νερά καί ποιός κλαίει -- ακούς;
Είμ’εγώ πού φωνάζω κι είμ’εγώ πού κλαίω,μ’ακούς
Σ’αγαπώ,σ’αγαπώ,μ’ακούς.


Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις