Μια νύχτα ...

Ξύπνησα από τον οδηγό του λεωφορείου, ειδοποιήθηκα ότι είχα φτάσει Θεσσαλονίκη. Βγήκα από τον τεράστιο και άτσαλο χώρο του ΚΤΕΛ και μπήκα στο πρώτο ταξί, βασικά στο μοναδικό ταξί που υπήρχε. Η απόφαση να πάω ήταν ξαφνική,  για μια βόλτα μονάχα, χωρίς τίποτε άλλο πάρα την τσάντα μου, χωρίς βαλίτσα. Το ταξί με άφησε στην πλατεία Αριστοτέλους στην κάτω μεριά. Ξημερώματα ήταν. Μέσα Σεπτέμβρη και είχαν ήδη αρχίσει να κάνουν εμφάνιση τα πορτοκαλί φύλλα στα δέντρα. Πήρα ένα πακέτο τσιγάρα από το ανοιχτό περίπτερο και άρχισα να περπατάω. Οι δρόμοι άδειοι, κίνηση, αυτοκίνητα, χάος δεν υπήρχαν, παρά μόνο ελάχιστα αυτοκίνητα που γρύλιζαν τα φρένα τους στα κόκκινα φανάρια. Κάθισα σε ένα παγκάκι και κοιτούσα τη θάλασσα γαλήνια , σαν να κοιμόταν ήταν. Όλα ήταν σε μια ηρεμία, η μόνη που δεν ήταν ήρεμη ήμουν εγώ.
 Όλα πέρασαν από το μυαλό μου σαν να ήταν τηλεταινία χωρίς μοντάζ. Παλιοί έρωτες, άλλοτε κρυφοί άλλοτε φανεροί. Ταξιδιάρικες σκέψεις και όνειρα, πλάνα, σχέδια που περίμεναν υλοποίηση. Και η ασφάλεια, να μην φανεί η αδυναμία μου σε πρόσωπα, να μην φανεί το δάκρυ σε παράλογες καταστάσεις πόνου, να μην φανεί το γέλιο, όλα να κρύβονται για μια ασφάλεια, για να φαίνομαι δυνατή, για να φαίνομαι ήρεμη, για να φαίνεται ότι ζω Εν λευκώ. Χωρίς κάτι άλλο να ζητάω παρά μονό αυτό που έχω και αυτό που μου δίνεται. Έπρεπε να ήμουν συγκεντρωμένη στο στόχο, να πετύχω, να γίνω καλύτερη, να μην αφήσω καμία προσδοκία άλλων, εραστών, οικογενείας και φίλων να πάει χαμένη, όλα να τα εκπληρώσω, όλα να τα φτάσω στο ανώτερο αποτέλεσμα, χωρίς καν να αναρωτηθώ το γιατί.
Μέχρι που μια νύχτα ο ύπνος, που ήταν μια τυπική διαδικασία έγινε δύσκολος, έγινε βραχνάς, έγινε αιτία για να φύγω και να έρθω βόλτα κάποια πολλά χιλιόμετρα μακριά. Για βόλτα. Χωρίς να έχει ειδοποιηθεί κανείς, χωρίς να με περιμένει κάποιος, χωρίς να πρέπει να δώσω εξηγήσεις. Μονάχα για μια ανάσα καθαρού αέρα, χωρίς να πνίγομαι ασφυκτικά από επιλογές άλλων. Δεν ήξερα κανέναν, δεν με ήξερε κανείς. Σκεφτόμουν όλα αυτά μέχρι που τις πρώτες πρωινές ώρες, ναι για χρόνια δεν μου άρεσαν οι αλλαγές , για χρόνια έκανα ότι μπορούσα για να τις αποφύγω μονάχα για να μην πιεστώ, αλλά ήρθε εκείνη η στιγμή που έπρεπε να καταλάβω πως δεν γίνεται να τρέχεις αντίθετα των πραγμάτων, πως ορισμένες φορές δεν γίνεται να έχω τον έλεγχο, και πως κάποια στιγμή θα έπρεπε να σταματήσω και να δω τι θέλω να κάνω. Δεν το σκέφτηκα εκείνη τη στιγμή, άργησα λίγο ακόμα, κάθισα πάλι στο παγκάκι ατενίζοντας τη θάλασσα, αλλά τώρα ήξερα ότι κάπου στο βάθος υπάρχει στεριά και ας μην τη βλέπω και εγώ μπορεί να έφτανα μέσα σε μια νύχτα μέχρι και στην δική μου Ιθάκη. εξαιτίας μιας νύχτας, εξαιτίας λίγων λεπτών ανησυχίας, εξαιτίας μιας βόλτας μονάχα με μια τσάντα και χωρίς να έχω που να πάω παρά μονάχα σε ένα παγκάκι με θέα τη θάλασσα ... 

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις