Είχα πει πως δεν θα...

είχα τσαντιστεί όταν μου είπαν ότι τα περισσότερα πράγματα τα αφήνω μισά...
είχα απελπιστεί όταν κατάλαβα ότι ήταν αλήθεια...
είχα θεωρήσει ότι πιέζω πολύ τον εαυτό μου για να είμαι συνεπής σε όλους...
είχα κάνει λάθος! από όλους τους άλλους τα περίμενα όλα...

Ο καφές έχει παγώσει πάνω στα χείλη μου, κοιτάζω το σκοτεινό δωμάτιο και βλέπω σωρούς τις ανάγκες μου και τις υποχρεώσεις μου άτακτα άλλα και πάλι μου θύμιζαν εκείνο το παιχνίδι με τα τουβλάκια, που προσεχτικά πρέπει να μετακινήσεις τουβλάκια χωρίς να πέσει όλος ο πύργος...
Το τσιγάρο καίγεται μόνο του στο τασάκι, και η φωνή της Κικίδη με ξυπνάει μαζί με εκείνο το τικ τακ του ρολογιού. Σκέψεις τσαλακώνουν την φωνή μου και η φωνή εκείνου, ποιανού άλλου, του κυρίου με την μαύρη ενδυμασία και το αγέρωχο ύφος, εκείνου που μου άνοιξε την πόρτα για να μπω, να ψάξω και να βρω, τι άλλο; μονάχα αυτά που χρειάζομαι για να συνεχίσω την εργασία μου. Αλλά δεν βρίσκω κάτι... Η φωνή του μου πάγωσε το αίμα. . .
- Σαφώς δεν μπορείς να βρεις κάτι που να απαντά στις σημειώσεις σου, είναι μισές! Δεν αναφέρεσαι καν στην κεντρική ιδέα. Ποια είναι η κεντρική ιδέα για να σε βοηθήσω; Και συγχρόνως άναβε το τσιγάρο του!
- Η ιδέα;;; μα βρίσκεται μέσα στα χαρτιά, αποκλείεται να μην την έχω γράψει, αφού το θυμάμαι ότι την έχω γράψει...(όσο και αν ανακάτευα τα χαρτιά μου, και έψαχνα μέσα στους φακέλους, δεν έβρισκα τίποτα, ούτε καν ολόκληρες τις σελίδες, μισά πράγματα!, τα χέρια μου άρχισαν να τρέμουν, οι βέργες μου άρχισαν να φεύγουν από το χέρι μου, και εναγωνίως έψαχνα για ένα τσιγάρο... )
Η φωνή του έχει αρχίσει να με εκνευρίζει απίστευτα! και αυτή η σοβαρότητα στο βλέμμα του... και η αρμονία εκείνη στην όψη του!!! κοιτάζομαι στον απέναντι καθρεφτη, βουβή λες και δεν μπορούσα να μιλήσω . . . εκείνος με κοίταζε! το αισθανόμουν.
- Μόνο κατι αριθμούς γράφεις, σταματούν όμως, 1-2-3-4-5-6-7...-90 και μετά... τίποτα απλά τελείες! τι θέλει να πει εδώ ο ποιητής; Πάλι αφήνεις μισά πράγματα! συγνώμη θα πρέπει να φύγεις, δεν γίνεται να είσαι εδώ χωρίς μια ολοκληρωμένη άποψη. . .
- όχι εγώ δεν φεύγω απο δω! αν δεν καταλάβω που πήγε ...
-ποιά? η σκέψη σου;;; με διέκοψε ... (εκνευρίστηκα!!!! ) .... συνεχίζει! ...κοίτα πόχες φωτογραφίες έχεις εδώ, κοίτα!!! ΤΏΡΑ!!! κοίτα πως τους έχεις μουτζουρώσει όλους. και απο πάνω τι γράφεις; καταλαβαίνεις τι γράφεις...;
- μην μου πιέζεις τα χέρια στο γραφείο, τις βλέπω τις φωτογραφίες, τις θυμάμαι, δεν τις έχω ξεχάσει... φώναξα, άρχισα να δακρύζω; ξαφνικά κρυώνω. ξαφνικά αρχίζω και θυμάμαι...
- τι φοβάσαι; κοιτάξου στον καθρέφτη! κοιτάξου παναθεμά σε ! μια ζωή αποφεύγεις τα πάντα, λες ότι δεν θα ξεχάσεις, οτι δεν θα φοβηθείς, ότι δεν θα αφήσεις πράγματα μισα! αλλά κοιτάξου, τα μαλλιά σου τα ξανα- έκοψες, τα κείμενα σου ακόμα είναι σε συρτάρια και οι φωτογραφίες απο τις πολλές φορές που τις έχεις κοιτάξει έχουν χάσει το νόημα τους. Ψάξτους... κάνε επιτέλους κάτι έξω απο σένα. Ούτε να σβήσεις το τσιγάρο σου δεν μπορείς ανάθεμα σε! το άφησες να καίγεται; για ποιό λόγο; επειδή τι; όχι! μην πεις ξανά πως σε ξέχασαν! ΕΣΥ! άρχισες να τρέχεις... αντε τρέξε και απο δω να δω επιτέλους που θες να φτάσεις... αλλά φτάσε κάπου... (ήταν το τελευταίο πράγμα που είπε, ή μάλλον το τελευταίο πράγμα που άκουσα πριν κλείσω την πόρτα πίσω μου)
........................................................................
ξύπνησα απο το τηλέφωνο που χτυπούσε, δεν θυμόμουν κάτι παρά μόνο ότι ο καφές ήταν πικρός και το τσιγάρο βαρύ, μόνο που είχε καεί μόνο του, την ώρα που με είχε πάρει ο ύπνος. σηκώθηκα έπλυνα τα πιάτα και ύστερα απλά έβαλα μουσική και το τραγουδι με κατατοπησε πλήρως... Έχω τόσα βράδια να σε δω και περιμένω..
μέσα μου ένα άλογο τυφλό,αγριεμένο
μη καπνίζεις τόσο,σ' αγαπώ..και να προσέχεις
μη σε πάρει συννεφο λευκό και να μη τρέχεις..
Ένα τηλεφώνημα προχτές μη μου αλλάζεις..
πάγωσε στα χείλια ο καφές μη με ξεχάσεις..
κοίταξα έξω απο το παράθυρο, βρέχει; όχι δεν βρέχει απλά θα ήθελα να βρέχει για να έχω μια ακόμα δικαιολογία για να απομονωθώ...αλλά όχι φόρεσα τα καλά μου ακόμα και ας ήξερα ότι θα ερχόταν η επερχόμενη καταστροφή! μόνο και μόνο για ένα κοκκινάδι στα χείλη και το κουδούνισμα απο τις βέργες μου στον αριστερό καρπό να δίνουν το ρυθμο που θα περπατώ για να πάω να πάρω τις πρωινές εφημερίδες και να πιω έναν καφέ στην βεράντα... και ύστερα... να αφήσω κενές και καινές σελίδες για την συνέχεια της ιστορίας...

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις