45


χρειάζεσαι δύο χέρια να σε κρατούν να περπατήσεις, χρειάζεσαι ένα βλέμμα για να σου πει συνέχισε θα το καταφέρεις θα κάνεις το πρώτο βήμα. μεγαλώνεις , και πλέον δεν χρειάζεσαι κάποιον να σε κρατήσει, αλλά να σε αφήσουν ήσυχο, να περπατήσεις, να τρέξεις, να φύγεις-να ξεφύγεις και να νιώσεις αυτή την ανατριχίλα του ζογκλέρ που περπατά στο τεντωμένο σχοινί. και άμα καταφέρεις να περπατήσεις χωρίς να πέσεις τότε να χαμογελάσεις και να πανηγυρίσεις, να νιώσεις ότι δεν επιζείς απλά στο χρόνο, αλλά ότι προχωράς συμφιλιωμένος μαζί του.



περπατάς γρήγορα στο δρόμο, σχεδόν τρέχεις, να προλάβεις, να σε προλάβουν, να φτάσεις, να σε φτάσουν. δεν περπατάς, η αναπνοή σου είναι εκτός ελέγχου. κουβαλάς στην πλάτη σου τσάντα και τα πράγματα είναι περισσότερα από όσα χρειάζεσαι. Το κεφάλι σου το νιώθεις βαρύ. Εκνευρίζεσαι κάνει ζέστη και εσύ ακόμα περπατάς, έχεις τόσα να κάνεις και δεν ξέρεις από που θα αρχίσεις, πως θα αρχίσεις. χαρτί και μολύβι και γράφεις και νιώθεις να τρέμεις, το τσιγάρο στο στόμα, τα μάτια σου δακρύζουν, βιάζεσαι να το πεις μην βγουν πρόχειρα συμπεράσματα, " απο το τσιγάρο είναι". 
Στιγμές που δίνεις συνεχώς εξηγήσεις, εξηγήσεις σε ότι κάνεις. και τώρα που ξαφνικά δεν δίνεις και απλά προχωράς όλοι αναρωτιούνται τι έπαθες, αν τα πας καλά στη ζωή σου ή αν ξαφνικά το να φύγεις πάλι έγινε ελκυστική ιδέα.  



   Μουσική στα αυτιά, την ώρα που πας στο περίπτερο, την ώρα που είσαι μόνος σου και περπατάς, την ώρα που λες τα νέα σου και οι στοίχοι νομίζεις θα σε κατασπαράξουν. κανείς τώρα δεν θα σε βοηθήσει να περπατήσεις, την ώρα που τα πόδια σου τρέμουν από το αδέξιο βηματισμό σου. ο καφές τελειώνει και εγώ ακόμα γράφω για όλα αυτά που δεν συμφιλιώθηκα ποτέ μαζί τους. 
ο χρόνος, ποτέ δεν μου άρεσε η έννοια του, με μελαγχολεί, δεν τον μετρώ καν εκτός αν είναι γενέθλια. 


   Το βράδυ που ακούγεται το υστερικό τικ τακ του ρολογιού που υπάρχει στο τοίχο, είναι σαν να το ακούω να μου μιλάει και να μου φωνάζει υστερικά, νιώθω σαν την Αλίκη στη χώρα των θαυμάτων. Άλλοτε νιώθω τόσο μικρή που μπορώ να κρυφτώ στα πιο απίθανα μέρη και άλλοτε τόσο μεγάλη που δεν χωράω πουθενά, ούτε καν στην ίδια μου την καθημερινότητα και ασφυκτιώ, ασφυκτιώ και νιώθω ότι ο χρόνος σταμάτησε, και ότι θεωρούσα σημαντικό αποδεικνύεται απάτη, και ότι έτρεχα να προλάβω, χάνεται από μπροστά μου. 
 βράδια στα οποία ο ύπνος φαίνεται μακρινό όνειρο και ώρα που αργεί να έρθει. μετράς τον εαυτό σου και το μόνο που ίσως καταφέρνεις είναι το πρωί να νιώθεις κουρασμένος, πως χρειάζεσαι μια γενναία ποσότητα καφέ και κάτι για να ξεσπάσεις, πριν σπάσεις και πριν σε δουν να μαζεύεις ότι κομμάτια έχεις, πριν σηκώσεις τη λευκή σημαία, και πριν πεις πάσο. όλοι απλά θα βλέπουν τον αντικατοπτρισμό στα γυαλιά σου, ότι χαμογελάς και ότι όλα τα έχεις υπο έλεγχο μόνο το βήμα σου θα δείχνει ότι στη τελική τρέχεις για να ξεφύγεις από ότι σε στοιχειώνει. γιατί ποιος είπε άλλωστε ότι ο μπαμπούλας εμφανίζεται μόνο το βράδυ; 

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις